31.7.16

Προβολή 4 - 5/8/2016, Rosa Nera, 9.30

Μαύροι Πάνθηρες, Εμπροσθοφυλακή της Επανάστασης

Black Panthers, Vanguard of the Revolution (1978)

Σκην: Stanley Nelson

Εμφανίζονται: Χιούυ Νιούτον, Μπόμπυ Σηλ,
Έλντριτζ Κλήβερ, Φρεντ Χάμπτον κ.ά


Η επίθεσή μας ήταν ενάντια στο σουπρεματισμό
των λευκών, αλλά κι ενάντια στον καπιταλισμό.
Πιστεύαμε ότι ο καπιταλισμός δημιουργούσε
μια εργατική τάξη που διατηρούνταν
σε απόλυτη  ανέχεια. Κι αυτό ήταν λάθος.
Οπότε πήραμε τη θέση, ότι για να ελευθερωθούμε,
το σύστημα αυτό έπρεπε να καταλυθεί.
Δε γινόταν να είμαστε ελεύθεροι μέσα
στο σύστημα που μας καταπίεζε.






Περίπου 80 χρόνια μετά την κατάργηση της δουλείας στις ΗΠΑ (1865), ένα μικρό ποσοστό μαύρων είχαν καταφέρει να αφομοιωθούν και να νέμοται τα οφέλη των λευκών στα αντίστοιχα κοινωνικά στρώματα. Όμως ακόμη κι αυτοί υφίσταντο τις συνέπειες του φυλετικού διαχωρισμού, που ήταν βέβαια πιο βαριές για όσους είχαν να μάχονται και τη φτώχεια.
    Οι πολλοί μαύροι φαντάροι που γύρισαν από τον Β' Παγκόσμιο, έφεραν μαζί τους το πνεύμα του νικητή. Και καθώς τον ίδιο καιρό τα παιδιά των προνομιούχων σπούδαζαν, δημιουργήθηκε μια γενιά ικανή να θέτει αιτήματα αλλά και με το σθένος να τα υποστηρίζει. Σε όλη τη δεκαετία του '50 το κίνημα για την άρση των φυλετικών διακρίσεων αποκτούσε ολοένα και πιο έντονη δυναμική, μέσα από εκτενείς δράσεις κοινωνικής ανυπακοής. Στον αντίποδα, ωστόσο, υπήρχε βίαιη αντίδραση -λυντσαρίσματα, δολοφονίες- από λευκούς σουπρεματιστές. Η όξυνση έφερνε εκρήξεις, όπως οι μεγάλες ταραχές στο Χάρλεμ (1964) και στο Γουάττς (Λος Άντζελες 1965).
    Εμβληματική μορφή του κινήματος ήταν ο χαρισματικός Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, αλλά η φιλειρηνική προσέγγισή του ωθούσε σε άλλες τάσεις όποιον είχε πιο μαχητικό προφίλ. Η πιο ξεχωριστή από εκείνες ήταν οι Μαύροι Μουσουλμάνοι, υπέρμαχοι ενός ακραίου «μαύρου εθνικισμού». Από αυτούς αναδείχτηκε ο Μάλκολμ Χ, που, αν και σύντομα αποχώρησε, διατήρησε την ελκυστική γι' αρκετούς πολεμική του.
    Το 1965 ψηφίστηκε ο πρώτος νόμος που καταργούσε τις διακρισεις βάσει φυλής, θρησκείας, φύλου κ.λπ.. Όμως την ίδια χρονιά ο Μάλκολμ Χ δολοφονήθηκε (από πρώην ομοϊδεάτες του, αλλά η υπόθεση έχει σκοτεινά σημεία). Σαν σε απάντηση, το 1966 στο Όκλαντ, ο νεαρός δικηγόρος Χιούυ Νιούτον κι ο εργάτης Μπόμπυ Σηλ ίδρυσαν το "Κόμμα Μαύρων Πανθήρων υπέρ της Αυτοάμυνας".Η ταινία σχεδόν παραλείπει τα προηγούμενα, γιατί η ιστορία του Κ.Μ.Π. είναι ήδη πολύ πυκνή για να χωρέσει σ΄ ένα δίωρο. Όμως με πολλά πλάνα αρχείου, οπτικοποιεί τη μαύρη εμπειρία κι εξηγεί τις ανάγκες που έδωσαν ευρεία απήχηση σε μια τόσο αγωνιστική οργάνωση.
    Η αρχή έγινε όταν ο Νιούτον, μελετώντας τη νομοθεσία, διαπίστωσε ότι επέτρεπε, υπό κάποιους όρους την οπλοφορία. Έτσι, οι Μαύροι Οι Μαύροι Πάνθηρες αγόρασαν δυο καραμπίνες (πουλώντας το Κόκκινο Βιβλιαράκι σε φοιτητές) και οργάνωσαν περιπόλους στις μαύρες γειτονιές, επαγρυπνώντας για περιστατικά αστυνομικής βίας. Σύντομα, κατέληξαν σε μία στολή -μαύρο παντελόνι, δερμάτινο μπουφάν και μαύρος μπερές- και καλλιέργησαν την εικόνα στρατού.
    Η πρώτη εντυπωσιακή εμφάνιση έγινε σύντομα, όταν 26 ένοπλοι διέκοψαν τις εργασίες της Βουλής της Καλιφόρνιας, προκαλώντας σάλο στα ΜΜΕ. Όμως το FBI έλαβε τα μέτρα του και,  Αύγουστο του 1967, εγκαινίασε την COINTELPRO, με στόχο να υπονομεύσει, με οποιοδήποτε μέσο, κάθε μορφή ακτιβισμού, λευκών και μαύρων.
    Στα τέλη Οκτωβρίου 1967 ο Νιούτον καταδικάστηκε για φόνο αστυνομικού, αλλά το ΚΜΠ δεν κάμφθηκε. Αντίθετα, με την εκστρατεία «Λευτεριά στον Χιούυ» κέρδισε νέα μέλη. Όταν το 1968 δολοφονήθηκε κι ο Μ.Λ. Κινγκ, τα παραρτήματα άρχισαν να ξεφυτρώνουν παντού στις ΗΠΑ.
    Από νωρίς ήταν ορατή η παρουσία αντιμαχόμενων ομάδων. Κάποιοι ζητούσαν την άμεση βελτίωση των συνθηκών ζωής με κοινωνικές δράσεις - πρόγευμα στα παιδιά, προγράμματα υγείας κ.ο.κ.. Άλλοι, όπως ο Έλντριτζ Κλήβερ, απαιτούσαν προσήλωση σε ρητά αντικαπιταλιστική κατεύθυνση. Και σαν να μην αρκούσε η εγγενής διαμάχη, το FBI φύτευε προβοκάτορες και χαφιέδες που έκαναν ακόμη πιο περίπλοκη την κατάσταση. Έτσι, ως το 1970, αρκετά ηγετικά στελέχη είχαν δολοφονηθεί ή φυλακιστεί με διάφορα προσχήματα, και ο Κλήβερ αναγκάστηκε να διαφύγει στην Αλγερία.
    Όμως ήδη, στα λίγα αυτά χρόνια είχε επέλθει με την επιρροή του Κ.Μ.Π. ριζική μεταβολή στη μαύρη συνείδηση, ορατή σε κάθε τομέα της καθημερινότητας. Επίσης, άλλαξε και η θέση των μαύρων γυναικών (που αποτελούσαν >50% των μελών). Ωστόσο, οι δυσκολίες πλήθαιναν, και η ρήξη Νιούτον-Κλήβερ έφερε διχασμό, μαζικές αποχωρήσεις, και τελικά την παρακμή.
    Ο σκηνοθέτης αφήνει τα πρόσωπα να μιλούν όχι μόνο για τις εμπειρίες αλλά και για τις πολιτικές θέσεις τους. Το Κ.Μ.Π. αναδεικνύεται ως οργάνωση με συμπαγές θεωρητικό υπόβαθρο, έστω κι αν προπαγάνδα της COINTELPRO θέλησε να το δυσφημίσει, αξιοποιώντας και τα μετέπειτα δραματικά γεγονότα της ζωής του Νιούτον. Όλοι, ανεξάρτητα από τις διαφωνίες τους ή και από την κατάληξη, είναι περήφανοι για τη συμμετοχή τους. Και στο βαθμό που μια ταινία μπορεί να συνοψίσει ένα τόσο σύνθετο φαινόμενο, ο Νέλσον το πετυχαίνει, με μια γρήγορη, πυκνή και μοντέρνα αφήγηση, που καλύπτει συναρπαστικά όλα τα κομβικά σημεία.



Για τον σκηνοθέτη:

Γεννημένος το 1951, ο ντοκυμαντερίστας Στάνλεϋ Νέλσον ασχολείται εκτενώς, αλλά όχι αποκλειστικά, με θέματα της μαύρης κοινότητας. Μαθήτευσε πολλά χρόνια κοντά στον Γουίλλιαμ Γκρηβς και γύρισε την πρώτη του ταινία μόλις το 1989, με θέμα την ακτιβίστρια και πρώτη αυτοδημιούργητη μαύρη εκατομμυριούχο Σι Τζέι Γουόκερ. Έχει υπογράψει εξαιρετικές ταινίες τεκμηρίωσης για ιστορικά φαινόμενα ή πρόσωπα, με πιο ξεχωριστές τις The Black Press: Soldiers Without Swords (1999), Marcus Garvey: Look for Me in the Whirlwind (2000), The Murder of Emmett Till (2003) και Freedom Riders (2010). Όμως, κατά παράδοξο ίσως τρόπο, οι πιο συγκλονιστικές ταινίες του αφορούν σε θέματα εξωτερικά προς την κοινότητά του. Είναι το 7,5 ωρών We Shall Remain (σε πέντε μέρη, 2009), με θέμα τους Ινδιάνους της Βόρειας Αμερικής από το 17ο αι. ως σήμερα, και κυρίως το Jonestown: The Life and Death of Peoples Temple (2006), σχετικά με τον ιεροκήρυκα Τζιμ Τζόουνς, που ώθησε τελικά 900 ανθρώπους σε μαζική αυτοκτονία. Ο Νέλσον, επίσης, έχει ιδρύσει την εταιρεία Firelight Media που προσφέρει εκπαίδευση και τεχνική υποστήριξη σε εκκολαπτόμενους ντοκυμαντερίστες.

27.7.16

Προβολή 3 - 29/7/2016, Rosa Nera, 9:30

- Νύχτα Στριφογυρίζουμε και η Φωτιά μάς Καίει
- Σχετικά με το πέρασμα μερικών προσώπων μέσα από μια αρκετά σύντομη ενότητα χρόνου

Ιn Girum Imus Nocte Et Consumimur Igni (95', 1978)

Sur le passage de quelques personnes à travers une assez courte unité de temps (19', 1959)

Σκην: Guy Debord

Αυτή εδώ, φέρ' ειπείν, είναι μια ταινία,
όπου δεν λέω παρά μονάχα αλήθειες, με φόντο

εικόνες που είναι όλες κενές σημασίας ή ψευδείς.
Μία ταινία που περιφρονεί τη σκόνη των εικόνων
που την απαρτίζουν. Δεν θέλω να διατηρήσω τίποτε

από τη γλώσσα αυτής της παρωχημένης τέχνης,
πλην ίσως ενός "πλάνου από απέναντι"
του μόνου κόσμου που κοίταξε η τέχνη αυτή
κι ένα πανοραμικό στις περαστικές ιδέες
μιας εποχής.





Οι δυο ταινίες αυτού του προγράμματος, γυρισμένες με απόσταση είκοσι περίπου χρόνων μεταξύ τους, μιλούν για τη δράση και για τη σκέψη ενός κύκλου ανθρώπων που άρχισαν να δραστηριοποιούνται στο Παρίσι στη δεκαετία του 1950. Συχνά αναφέρονται ως σιτουασιονιστές ή καταστασιακοί, αλλά οι ίδιοι δεν αυτοχαρακτηρίζονταν με τον όρο αυτόν (ή με κάποιον άλλον) και ποτέ δεν ακούμε τον Γκυ Ντεμπόρ να τους αποκαλεί κατ' όνομα.
    Ο κύκλος αυτός εκφράστηκε συλλογικά μέσα από τη δράση της Λετριστικής κι έπειτα της Καταστασιακής Διεθνούς, και ατομικά, με άξονα το πώς βίωναν την καθημερινότητα. Όπως είναι φανερό ήδη στην πρώτη ταινία, του 1959,  ο Ντεμπόρ δεν διαχώριζε αυτούς που είχαν θεωρητικό ή καλλιτεχνικό έργο από εκείνους που βίωναν ανεπεξέργαστα τη ζωή. Οι περισσότεροι ήταν νεαρά αγόρια ακόμη, με κορίτσια λιγοστά ανάμεσά τους. Ορισμένοι τους βλέπουν ως γαλλική εκδοχή των Beat, λόγω της άρνησής τους να αποδεχτούν τα κοινωνικά πρότυπα και της ροπής τους στον συβαριτισμό. Όμως διέφεραν από εκείνους στο ότι αρνούνταν ολοκληρωτικά την πνευματικότητα, αντίθετα επέμεναν στη δημιουργία καταστάσεων, δηλαδή συνειδητά βιωμένων στιγμών που ανέτρεπαν τα τετριμμένα της καθημερινότητας. Μετά τη σύσταση της Κ.Δ. (1957) προσηλώθηκαν στην πολιτική κριτική της κοινωνίας, εκσυγχρονίζοντας και εμπλουτίζοντας το μαρξιστικό τους υπόβαθρο με ιδέες και με εργαλεία κριτικής ανάλυσης που θα ξεπερνούσαν τα όρια του κύκλου τους.

    Στο Σχετικά με το Πέρασμα... ο 28χρονος Ντεμπόρ μιλά γι' αυτή την πρώτη περίοδο. Μερικές φωτογραφίες φίλων (Κολλέτ Γκαιγιάρ, Μισέλ Μπερνστάιν, Άσγκερ Γιορν, Ιβάν Στσεγκλόφ), «στημένες» σκηνές σε μπαράκια, αλλά και τα επίκαιρα της εποχής, ζωντανεύουν το περιβάλλον. Τρεις φωνές γεμάτες συγκινησιακό φορτίο μιλούν πάντα με το «αυτοί» για συντρόφους -στη σκέψη, στο ποτό, στον έρωτα-, χωρίς να κατονομάζουν κανένα, σαν να μην είχε σημασία αν έγραψαν το όνομά τους στην Ιστορία ή μόνο στη μνήμη του Ντεμπόρ. Όμως από τη σκοπιά του κινηματογράφου, τα αφηρημένα πλάνα της πόλης, έρημης ή με κόσμο, προμηνύουν τη γένεση μιας νέας, σχεδόν ανθρωπολογικής εκδοχή του. Το μόνο παράξενο ίσως είναι ότι, παρά το θέμα και τη στάση, ακούγεται εδώ κλασική μουσική.

    Το In Girum... μ' όλο που έχει ομοιότητες, είναι πολύ διαφορετική ταινία. Έχουν μεσολαβήσει πολλά. Η Κ.Δ. είχε διαλυθεί οριστικά  το 1972, αφού όμως επέδρασε καταλυτικά  στο γαλλικό Μάη και στη νεότερη σκέψη, ακόμη και  των επικριτών της. Ιδέες όπως η ψυχογεωγραφία και η ενιαία πολεοδομία, μέθοδοι όπως η εκτροπή (détournement) και η περιπλάνηση (dérive) επινοήθηκαν και υλοποιήθηκαν στους κόλπους της. Αλλά, κυρίως, τα γραπτά του Ντεμπόρ, του Βανεγκέμ, του Σαγκουινέτι και άλλων, πρόσφεραν μια συμπαγή και συστηματική θεώρηση της νέας κοινωνίας. Προεκτείνοντας τη θεωρία της αποξένωσης, μιλώντας για την εμπορευματοποίηση και εισάγοντάς μας στην «κοινωνία του θεάματος», τα μέλη της Κ.Δ. δημιούργησαν ριζοσπαστικές οπτικές για την κατανόηση του σύγχρονου κόσμου και για την ανατροπή του.
    Πάνω στις εμπειρίες που είχαν προηγηθεί, ο Ντεμπόρ αναπτύσσει ένα οπτικό δοκίμιο, με σημείο αναφοράς την καρκινική φράση του τίτλου (που αποδίδεται στον Βιργίλιο και συγκρίνει τους ήρωές του με τις νυχτοπεταλούδες). Το πρώτο του μέλημα είναι να επιτεθεί σφοδρά στο κοινό του κινηματογράφου, εκθέτοντάς το ως υποχείριο της εμπορευματικής κοινωνίας. Στην περιγραφή αυτή συνοψίζει και τη συνολική του κριτική για την παρακμή της ύπαρξης, που έχει καταντήσει ομοίωμα του εαυτού της.
    Έπειτα, περνά σ' ένα εγκώμιο/λίβελλο για το Παρίσι, της «πρωτεύουσα της αναταραχής», όπως ήταν άλλοτε, όπως είναι πια. Κι αφού θέσει το πλαίσιο, αναφέρεται στο δικό του κύκλο και στη δράση του, όμως αφηρημένα, χωρίς γεγονότα και περιστατικά. Πλέον, χρησιμοποιεί πολύ το «εγώ», και μπορεί κανείς να του προσάψει έπαρση ή και δογματισμό, καθώς φαίνεται να μιλά σαν στρατάρχης. Αλλά έχει αποφασίσει ότι κάνει απολογισμό κι όχι απολογία.
    Μεγάλο μέρος της ταινίας βασίζεται σε προϋπάρχον οπτικό υλικό -διαφημίσεις, αποσπάσματα από ταινίες κ.ο.κ.- που ο Ντεμπόρ το εκτρέπει κατά το δοκούν. Χρησιμοποιεί επίσης ως φόντο χάρτες, αεροφωτογραφίες του Παρισιού και της Φλωρεντίας, κομμάτια από δικές του ταινίες, ακόμη και μια κατάμαυρη αμόρσα σε μία σεκάνς. Γι' άνθρωπος που διατρανώνει ότι «Ο κινηματογράφος πρέπει να καταστραφεί» δείχνει παράδοξο ενδιαφέρον να τον ανανεώσει με στοιχεία που θεωρεί ανατρεπτικά (αν και πλέον το 1978 οι επίγονοί του και άλλοι τον έχουν υπερβεί σε αυτό). Ανεξάρτητα από τη γνώμη που έχει ή που διαμορφώνει κανείς για τον Ντεμπόρ, το In Girum... παρέχει μια ικανοποιητική -αλλά και απαιτητική- εισαγωγή στο έργο και στο ύφος του, μια αποτύπωση της στιγμής ακέραια κομμένη από το σώμα του χρόνου.


Αναφορικά με τον υποτιτλισμό

    Η μετάφραση του Sur le Passage... είναι πρωτότυπη. Έγινε το 2009, με αφορμή ένα αφιέρωμα στην Ταινιοθήκη της Ελλάδας, και ξαναδουλεύτηκε εξ αρχής για την προβολή αυτήν.
    Στο In Girum..., αντίθετα, ο υποτιτλισμός ξεκίνησε πάνω σ' ένα χρονισμένο κείμενο που κυκλοφορεί ανυπόγραφο, με τη σημείωση ότι μεταφέρει τη μετάφραση του Πάνου Τσαχαγέα για τον Ελεύθερο Τύπο. Στο κείμενο αυτό, έπειτα από αντιπαραβολή με το γαλλικό πρωτότυπο και με τη νεότερη -και ομολογουμένως αρκετά ελεύθερη- απόδοση του Κen Knabb για την αγγλική έκδοση σε DVD, έγιναν σημαντικές παρεμβάσεις. Επίσης, προστέθηκαν υπότιτλοι σε όλα τα ένθετα αποσπάσματα από ταινίες, κόμικ κ.λπ., καθώς και κάποιες σημειώσεις για τα παραθέματα που προέρχονται από βιβλία. Η ευθύνη για τυχόν λάθη βαρύνει το cineTAZ.


Για τον σκηνοθέτη:

Ο Γκυ Ντεμπόρ γεννήθηκε το 1931. Αναμείχθηκε στον κύκλο των λεττριστών και γύρισε το Ουρλιαχτά για Χάρη του ντε Σαντ, το 1952. Η ταινία είχε έντονα στοιχεία πειραματισμού, όπως μεγάλες σεκάνς με λευκό χρώμα και με απαγγελία ή μαύρες σεκάνς με απόλυτη σιωπή.
Επηρεασμένος από την ομάδα Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα, σύντομα διαφώνησε με την απολίτικη τέχνη και κατέληξε να ιδρύσει με άλλους την Καταστασιακή Διεθνή (1957). Γύρισε συνολικά έξι ταινίες που χαρακτηρίζονται από παρόμοια στοιχεία και αποτελούν προέκταση ή άμεση παρουσίαση του συγγραφικού του έργου. Αξιοποιεί επίσης συχνά την τεχνική της εκτροπής (détournement), με την οποία οικειοποιείται προϋπάρχουσες ματιέρες και τις χρησιμοποιεί αλλοιώνοντας  την αρχική σημασία τους.
    Ως συγγραφέας ο Ντεμπόρ είναι περισσότερο γνωστός για το έργο του «Η κοινωνία του Θεάματος», μια κριτική προσέγγιση της σύγχρονης πραγματικότητας. Με αυτό ήταν από τους πρώτους που υποστήριξε θεωρητικά τη θέση ότι η εμπορευματική κοινωνία αλλοτριώνει την ανθρώπινη ύπαρξη και υπονομεύει την κοινωνική συνοχή, ώστε να καθιστά ευκολότερο τον έλεγχο και την υποταγή.
   Ο Γκυ Ντεμπόρ αυτοπυροβολήθηκε και πέθανε στις 30 Νοεμβρίου 1984.

18.7.16

Προβολή 2 - 22/7/2016, Rosa Nera, 9:30

Ο Χορός της Πραγματικότητας

La Danza de la Realidad, 133΄ (2013)

Σκην: Alejandro Jodorowsky   
Εμφανίζονται: Βρόντις Χοδορόφσκι, Πάμελα Φλόρες κ.ά

Να νιώθεις την απόσταση από το παρελθόν
Να προσγειώνεσαι στο σώμα του ενήλικου
Να φέρεις το άχθος των χρόνων της οδύνης

Μα στην καρδιά, να κρατάς το παιδί
Σαν ζωντανό αντίδωρο
Σαν άσπρο καναρίνι
Σαν διαμάντι πολύτιμο

Σαν μια ενάργεια δίχως τοίχους, 
με πόρτες και παράθυρα ορθάνοιχτα
να περνά ο άνεμος
Μόνο ο άνεμος
Ο άνεμος και μόνο...


Για να αρχίσουμε ανάποδα, μ' ένα σπόιλερ από την προβολή της επόμενης εβδομάδας, το 1959 ο Γκυ Ντεμπόρ έλεγε για τον κινηματογράφο,  «Τι μας νοιάζει εμάς αν θα χειραφετηθεί άλλη μια τέχνη, για να μπορεί κάθε τυχαίος να εκφράζει χαρωπά τη δουλικότητά του; Το μόνο ενδιαφέρον εγχείρημα είναι η χειραφέτηση της καθημερινής ζωής». Όμως την ίδια εποχή στο Παρίσι ολοκλήρωνε τη μαθητεία του ένας Χιλιανός, που μετέτρεψε όλη την τέχνη του σε Ζωή κι όλη τη ζωή του σε Τέχνη. Το σύνολο του έργου του θα μπορούσε να ειδωθεί σαν ένσταση, τουλάχιστον, ότι αυτή η θεώρηση του κινηματογράφου ίσως ήταν περιορισμένη.
    Ο Αλεχάνδρο Χοδορόβσκυ γεννήθηκε το 1929 στην κωμόπολη Τοκοπίγια, γόνος εβραίων από την Ουκρανία. Μεγαλώνοντας ως ξένος, βρήκε διέξοδο στο διάβασμα, στην εσωτερικότητα και στη φαντασία. Έφηβος στο Σαντιάγκο, άρχισε σπουδές φιλοσοφίας και ψυχολογίας και καταπιάστηκε με τον αναρχισμό, αλλά παράτησε τη σχολή για να γίνει κλόουν και μίμος. Στα 18 του είχε φτιάξει δικό του θίασο και στα 24 έφυγε μόνος για το Παρίσι.
    Εκεί έγινε συμφοιτητής του Μαρσέλ Μαρσώ και σύντομα έγραφε σκετς γι' αυτόν. Όμως τα ενδιαφέροντά του ήταν ευρύτερα και το 1957 κέρδισε το θαυμασμό του Κοκτώ για τη μικρού μήκους ταινία Τα Μεταθέσιμα Κεφάλια, με βάση μια νουβέλα του Τόμας Μανν. Το 1960 εγκαταστάθηκε στην Πόλη του Μεξικού, αλλά πήγαινε συχνά στο Παρίσι, όπου το 1962 «ίδρυσε» με τον Φρανθίσκο Αρραμπάλ και με τον Ρολάν Τοπόρ το «Πανικό Κίνημα», εμπνευσμένο από τον Πάνα και από τις ιδέες που οδήγησαν στο θέατρο του παραλόγου. Από αυτή την περίοδο ας κρατήσουμε ότι οι Πανικοί χλεύαζαν όποιον τους έπαιρνε στα σοβαρά - και ο Χοδορόβσκυ ως σήμερα τρολάρει στις ταινίες του εχθρούς και φίλους που τον βλέπουν μονοδιάστατα.
    Στο Μεξικό παρουσίασε τα κόμικ Anibal 5 και Πανικοί Θρύλοι, ενώ ετοίμαζε την ταινία Φάντο και Λις, που προκάλεσε επεισόδια στην πρώτη προβολή της το 1968 και τελικά απαγορεύτηκε. Παράλληλα, έχοντας ασχοληθεί ήδη με τους γηγενείς σαμάνους και με τους αλχημιστές, γνώρισε τον Ιάπωνα μοναχό Έτζο Τάκτα και το ζεν. Την εποχή που ο Τιμ Λήρυ μιλούσε για τη διεύρυνση της συνείδησης μέσω των ψυχεδελικών και που ο Τέρενς ΜακΚέννα ξεκινούσε για την Αμαζονία, ο Χοδορόβσκυ μυήθηκε από τον Βολιβιανό Όσκαρ Ιτσάσο και θέλησε να επιφέρει το ίδιο βίωμα μέσω της οθόνης. Με ελάχιστα μέσα ολοκλήρωσε το παραληρηματικό El Topo (O Τυφλοπόντικας), ένα γουέστερν γεμάτο αναφορές στη μεταφυσική και στο μύθο της Ανάστασης. «Όταν δημιουργείς μια ψυχεδελική ταινία», έλεγε, «ο σκοπός δεν είναι να δείξεις τα οράματα εκείνου που παίρνει το χάπι, αλλά να φτιάξεις το χάπι».
    Το El Topo παιζόταν επί μήνες μεταμεσονύκτια στη Νέα Υόρκη, και ο Τζων Λέννον έπεισε τον διευθυντή της εταιρείας των Beatles να βάλει 1 εκ. δολάρια στην επόμενη ταινία του. Το Ιερό Βουνό (1973) προεκτείνει ακόμη πιο πέρα το μεταφυσικό τριπ, καθώς οι πρωταγωνιστές έχουν στόχο να διώξουν τον Θεό και να γίνουν αθάνατοι. Όμως για ορισμένους, η ταινία αποτελεί βιωματική εφαρμογή του ψυχοσαμανισμού, μιας θεραπευτικής πρακτικής που εισηγήθηκε ο Χοδορόβσκυ, η οποία καλεί το άτομο να εμπλακεί σε συμβολικές πράξεις/καταστάσεις, προκειμένου να επιλύσει τις μη λογικές, εσωτερικές αντινομίες του.
     Λίγο μετά, ο σκηνοθέτης ήρθε σε ρήξη με τον παραγωγό (γιατί αρνήθηκε πεισματικά να γυρίσει την Ιστορία της Ο), και οι δύο αυτές ταινίες θα έμεναν πάνω από 30 χρόνια εκτός επίσημης κυκλοφορίας. Το 1975 ο Χοδορόβσκυ προσπάθησε να μεταφέρει στον κινηματογράφο το μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας Ντιουν, με τον Σαλβαδόρ Νταλί στο ρόλο του Σαντάμ Δ' και με τον Όρσον Γουέλλς ως Χαρκόννεν. Τη μουσική θα έγραφαν οι Pink Floyd, οι Magma και ο Στοκχάουζεν, ενώ τη σκηνογραφία είχαν αναλάβει ο Χ.Ρ. Γκίγκερ και ο Μέμπιους. Ήταν ένα επικό εγχείρημα που απέτυχε (εξιστορείται διεξοδικά στο ντοκυμαντέρ Jodorowsky's Dune του Φρανκ Πάβιτς), και ο σκηνοθέτης αποσύρθηκε από τα πλατώ, με εξαίρεση το απλοϊκό Tusk (Χαυλιόδοντας, 1980) που ίσως το ανέλαβε για την ευκαιρία να βρεθεί στην Ινδία. Στράφηκε στα κόμικ και παρουσίασε τις θρυλικές τριλογίες Ινκάλ (με εικονογράφηση Μέμπιους) και Μεταβαρόνοι (με τον Χουάν Χιμένες).
    Στη μεγάλη οθόνη επανήλθε το 1989, με το φαντασμαγορικό Santa Sangre, την πρώτη βατή ταινία του, που όμως ενσωματώνει ακέραιη την ποιητική του, ανακατεύοντας μαεστρικά τους κώδικες της «υψηλής» αισθητικής με τον λαϊκό σουρεαλισμό του Μεξικού. Μπορεί οι λέξεις παιδικά ψυχικά τραύματα, αίμα, φρίκη, πάθος, θάνατος, έρωτας, τρέλα να είναι κλισέ και αδρανοποιημένες, αλλά εδώ ξαναποκτούν υπόσταση, χάρη στο γνήσιο συναίσθημα. Ήταν αρκετό για να του ανοίξει τις πόρτες του Χόλλυγουντ, όμως τις έκλεισε πάλι ο ίδιος, όταν αποκήρυξε δημόσια την επόμενη ταινία του (The Rainbow Thief) για τις παρεμβάσεις που δέχτηκε.



Για την ταινία

    Ο Χορός της Πραγματικότητας προβλήθηκε το 2013. Αν και αντλεί από τα βιώματά του, δεν είναι αυτοβιογραφία, αλλά μάλλον ανάπλαση της παιδικής ηλικίας και των μύθων που αυτή κατασκευάζει. Με την καρδιά παιδιού, που αγαπά κι ας μην αγαπιέται, αναπολεί δραματικά όσα έζησε, ως άτομο και ως μέλος οικογένειας, κοινότητας, χώρας. Αισθάνεται πως χάρη στις εμπειρίες αυτές, καλές ή κακές, είναι ικανός στα 84 για ένα έργο-παιχνίδι, που μαγεύει, σοκάρει, συγκινεί, αλλά και προβοκάρει ανελέητα τις ευαισθησίες του θεατή. Κι αν ο χρόνος για τον Αλεχανδρίτο είναι σαν να μην κυλάει, αφού δεν μεγαλώνει, αιτία ίσως είναι ότι  ο Χοδορόβσκυ κράτησε πάντα ζωντανό το παιδί μέσα του - βλέπει με δέος  και μεταδίδει δέος. Το πόσο ταύτισε τη ζωή με την τέχνη είναι ορατό όχι μόνο στα ίδια
στα έργα του, αλλά και στο πώς ο άμεσος κύκλος του εμπλέκεται ενεργά στις ταινίες του και κάνει πράξη στη ζωή τις ιδέες του: το όραμά του έγινε κοινή πραγματικότητα για το περιβάλλον του. Και επειδή το παιδί μέσα του έχει ακόμη κέφι για παιχνίδι, το 2016 γύρισε τη συνέχεια, με τίτλο Ποίηση Χωρίς Τέλος (Poesia Sin Fin).
    ...Και δίνει μια άλλη γνώμη για τον κινηματογράφο: «Για μένα είναι ιερός, πρέπει να υπηρετεί κάποιο σκοπό, να μας ανοίγει τη συνείδηση, να μας ενώνει, για να σώσουμε τον κόσμο. Βέβαια, δεν μπορούμε να σώσουμε τον κόσμο. Αλλά μπορούμε να αρχίσουμε να τον σώζουμε».

13.7.16

Προβολή 1 - 15/7/2016, Rosa Nera, 9:30

 

Μουμία: Επαναστάτης Μεγάλων Αποστάσεων



Long Distance Revolutionary:  A Journey with Mumia Abu-Jamal, 120΄ (2012)
Σκην: Stephen Vittoria   
Εμφανίζονται: Άντζελα Ντέιβις, Ταρίκ Άλι, Ντικ Γκρέγκορυ, Έιμυ Γκούντμαν κ.ά.


«Η συμβατική σοφία θα έκανε τον καθένα να πιστέψει πως είναι παραφροσύνη ν' αντισταθείς σ' αυτήν εδώ, την ισχυρότερη των αυτοκρατοριών... Μα ένα, κατά βάθος, διδάσκει η Ιστορία, πως οι σημερινές αυτοκρατορίες είναι οι αυριανές στάχτες, πως τίποτε δεν διαρκεί για πάντα και πως το να μην αντιστέκεσαι ισοδυναμεί με το να συναινείς στην καταπίεσή σου».


    Η περίπτωση του Μουμία Αμπού Τζαμάλ αποτελεί μια από τις πιο πολυσυζητημένες και αμφιλεγόμενες στα δικαστικά χρονικά των ΗΠΑ. Για το νομικό καθεστώς και για τους συντηρητικούς είναι απλώς ένας "διαβόητος δολοφόνος" που καταδικάστηκε σε θάνατο για φόνο αστυνομικού το 1981. Για πολλούς άλλους είναι θύμα προκατάληψης ή και συνωμοσίας. Και στην υπόθεση αυτή η αλήθεια δεν μπορεί να βρίσκεται "κάπου στη μέση".
    Αρχίζοντας με το πλαίσιο που εν μέρει παραλείπεται από την ταινία ως μάλλον γνωστό στον Αμερικανό θεατή, η ιστορία του Μουμία εκτυλίσσεται στη Φιλαδέλφεια, τη μεγαλύτερη πόλη της Πεννσυλβανίας, σχεδόν στα μισά ανάμεσα στη Νέα Υόρκη και στην Ουάσινγκτον. Ήταν παραδοσιακά η 4η-5η πόλη της χώρας και το 1980 είχε πληθυσμό 1,5 εκατ. που αποτελούνταν από περίπου 50% λευκούς και 40% μαύρους, χωρίς βέβαια να υπάρχει αντίστοιχη κατανομή ως προς τον πλούτο και τις ευκαιρίες. Αναμενόμενα, ήταν από τα βιαιότερα αστικά κέντρα των ΗΠΑ, αλλά και έδρα έντονα πολιτικοποιημένων ομάδων της μαύρης κοινότητας. Μόλις τρία χρόνια πριν από τη δίκη του Μουμία, η αστυνομία είχε πολιορκήσει επί μήνες το κοινόβιο του κινήματος ΜΟVE, πριν τελικά επιχειρήσει μια αιματηρή εισβολή με ανταλλαγή πυρών, τραυματισμούς και ένα θάνατο.
    Στο περιβάλλον αυτό, λοιπόν, ο γεννημένος το 1954 Μουμία αναμίχθηκε από έφηβος στη δράση των Μαύρων Πανθήρων κι όταν επέστρεψε στο σχολείο, αποβλήθηκε για διανομή "εμπρηστικών" προκηρύξεων. Μελετηρός αλλά και περπατημένος, στα 19 του είχε πιάσει δουλειά ως ρεπόρτερ ραδιοσταθμών και κάλυπτε θέματα που ήταν απρόσιτα, αν όχι και αδιάφορα, για τους λευκούς συναδέλφους του. Μετέπειτα γνωστός ως «η φωνή των άφωνων», προκάλεσε θόρυβο με τα ρεπορτάζ του για τη δίκη των μελών της MOVE.
    Έχοντας ήδη δύο παιδιά από προηγούμενους γάμους, για να αυξήσει τα έσοδά του κατέφυγε στη μόνιμη λύση για τους μαύρους που ήθελαν μεροκάματο: έγινε ταξιτζής - με άδεια οπλοφορίας, όπως ήταν λογικό σε τέτοια πόλη. Τα χαράματα της 9ης Δεκεμβρίου 1981 βρέθηκε βαριά τραυματισμένος, κοντά σ' ένα νεκρό αστυνομικό. Το όπλο του ήταν σχεδόν άδειο, αλλά δεν έγινε βαλλιστική εξέταση. Αυτή ήταν μία μόνο από τις απίθανες παρατυπίες που βγήκαν μετέπειτα στο φως σχετικά με τη δίκη του, ενώ έχουν επισημανθεί αρκετά κενά και αντιφάσεις στις καταθέσεις των μαρτύρων. Είναι ενδεικτικό ότι από τους 35 αστυνομικούς που ασχολήθηκαν με την υπόθεσή του, οι 15 καταδικάστηκαν αργότερα για παραποίηση στοιχείων σε πλήθος υποθέσεων. Όμως ο σκηνοθέτης δεν εστιάζει ιδιαίτερα στο αστυνομικό σκέλος της υπόθεσης ούτε προσπαθεί να την επανεκδικάσει. Τον ενδιαφέρει περισσότερο να αναδείξει το κλίμα στο οποίο έδρασε ο Μουμία, την προσωπικότητά του, και γιατί μπορεί να ήταν στόχος.
    Τον καιρό της δίκης ο Μουμία ήταν άσημος και δεν είχε ιδιαίτερη υποστήριξη. Μετά την καταδίκη του σε θάνατο, και χάρη στις δικές του προσπάθειες, η υπόθεσή του άρχισε να τραβά το ενδιαφέρον των ακτιβιστών αλλά και των ΜΜΕ. Καθώς γίνονταν γνωστές οι παλαιότερες ενέργειες της COINTELPRO, ενός προγράμματος του FBI για τη σπίλωση και/ή για την εξουδετέρωση ακτιβιστών όπως τα μέλη των Μαύρων Πανθήρων, δημιουργήθηκε στην κοινή γνώμη ένα ρεύμα που τον είδε ως θύμα συνομωσίας. Η υποστήριξη προς το πρόσωπό του άρχισε να ξεπερνά κατά πολύ την κοινότητα στην οποία ανήκε.
    Το ντοκυμαντέρ του Στήβεν Βιττόρια εστιάζει κυρίως στα όσα ακολούθησαν τη φυλάκισή του. Ο Μουμία, αντί να υποκύψει νοητικά στην πτέρυγα για τους θανατοποινίτες, μετέτρεψε σε πλεονέκτημα την απομόνωση της φυλακής και, παρά τις αντιξοότητες που περιγράφονται διεξοδικά, άρχισε να ασχολείται ενεργά, όχι μόνο με το δικαστικό σκέλος της υπόθεσής του, αλλά και με τα κοινά. Ως αρθρογράφος, συγγραφέας και παραγωγός ραδιοφώνου, δεν έπαψε να έχει τακτική παρουσία και λόγο για τα σύγχρονα ζητήματα, σε σημείο ώστε η Πολιτεία να αλλάξει φωτογραφικά τη νομοθεσία για να τον φιμώσει - χωρίς να τα καταφέρει. Παράλληλα, μαχόταν με το δικαστικό σύστημα κατά της εκτέλεσής του και, το 2011, στα 30 χρόνια από τον εγκλεισμό του, κατάφερε τελικά να μετατραπεί η ποινή του σε ισόβια. Το 2012 του επιτράπηκε να αναμιχθεί με το γενικό πληθυσμό των φυλακών.

    Σκόρπια κείμενα του Μουμία έχουν δημοσιευτεί κατά καιρούς σε διάφορα ελληνικά έντυπα. Τα πιο εκτενή έργα του, όμως, δεν έχουν μεταφραστεί. Ανάμεσά τους:

    - Death Blossoms: Reflections from a Prisoner of Conscience

    - All Things Censored

    - Faith Of Our Fathers: An Examination Of The Spiritual Life Of African And African-American People

    - We Want Freedom: A Life In The Black Panther Party




Για τον σκηνοθέτη:


Ο Στήβεν Βιττόρια κερδίζει τα προς το ζην από το μοντάζ, διατηρώντας τη σκηνοθεσία ως πιο προσωπική και δημιουργική δραστηριότητα. Έτσι, αν και πρωτοεμφανίζεται το 1988, έχει υπογράψει μόλις έξι ταινίες σε 25 χρόνια. Οι δύο πρώτες ήταν ανεξάρτητες παραγωγές μυθοπλασίας, που έθιγαν το θέμα του ρατσισμού. Στη συνέχεια στράφηκε στο ντοκυμαντέρ,  εστιάζοντας σε κοινωνικά θέματα. Στο εξάωρο Save Your Life: The Life and Holistic Times of Dr. Richard Schulze (1998) εξετάζει την περίπτωση ενός γνωστού υπέρμαχου των φυσικών θεραπειών. Το Keeper of the Flame (2005) μιλά για την οικολογική κρίση που απειλεί τα δάση της Αμερικής. Το One Bright Shining Moment (2005, με συμμετοχή του Χάουαρντ Ζινν) αναβιώνει την προεκλογική εκστρατεία του Τζωρτζ ΜακΓκόβερν το 1972, που προάσπιζε, μεταξύ άλλων, την άμεση αποχώρηση από το Βιετνάμ και την παροχή ελάχιστου εθνικού εισοδήματος. Μετά την ταινία για τον Μουμία (2012), παρουσίασε μία μικρού μήκους, ειδικότερα για τα γεγονότα της σύλληψης και της δίκης του.

9.7.16

Η αιώνια επιστροφή...

To cineTAZ επανέρχεται στη μεγάλη οθόνη το καλοκαίρι
του 2016, με οχτώ προβολές που θα φιλοξενηθούν
στο αίθριο της κατάληψης Rosa Nera, από 15/7 ως 2/9.
 




























  












Η ιστορία του κόσμου είναι γεμάτη ονόματα, όμως ελάχιστοι γράφονται σε αυτήν, έχοντας χαράξει ολότελα δική τους πορεία, σε πείσμα του περιβάλλοντος και των συνθηκών.  Σε ατομικό επίπεδο, η κατεστημένη κοινωνία δείχνει παραδοσιακά κάποια ανοχή απέναντι στους καλλιτέχνες, κι ίσως μεγαλύτερη στους "αιθεροβάμονες". Όμως για τις συλλογικότητες, η ρήξη και η σύγκρουση είναι συχνά η μόνη επιλογή. Το πρόγραμμα των οχτώ αυτών ταινιών δε φιλοδοξεί βέβαια να εξαντλήσει το θέμα, δίνει όμως αφορμές για να εμπνευστούμε από ανθρώπους ή ομάδες που δεν το έβαλαν κάτω και που με τη δράση τους άνοιξαν δρόμους για όλους.

 



15 Ιουλίου 
Μουμία: Επαναστάτης Μεγάλων Αποστάσεων
Long Distance Revolutionary: A Journey with Mumia Abu-Jamal (2012)

Σκην: Stephen Vittoria 
Εμφανίζονται: Άντζελα Ντέιβις, Ταρίκ Άλι, Ντικ Γκρέγκορυ, Έιμυ Γκούντμαν κ.ά. 

Ο Μουμία Αμπού Τζαμάλ καταδικάστηκε σε θάνατο για ένα έγκλημα που πιθανότατα δεν διέπραξε. Σήμερα εκτίει ποινή ισόβιας κάθειρξης στις ΗΠΑ, όμως το ντοκυμαντέρ αυτό δεν εστιάζει στο αστυνομικό ή στο δικαστικό ρεπορτάζ. Αν και παίρνει θέση για τα γεγονότα, ενδιαφέρεται κυρίως να αναδείξει τη ζωή και τη δράση αυτού του σπάνιου ανθρώπου πριν και μετά τον εγκλεισμό. Ακτιβιστής αλλά και αυτοδίδακτος διανοούμενος, ο Μουμία συνεχίζει ακαταπόνητος να παρεμβαίνει στα κοινά, παρά τις αντιξοότητες που καλείται να αντιμετωπίσει. Καταπιάνεται με θέματα της μαύρης κοινότητας, αλλά και της σύγχρονης κοινωνίας γενικότερα, αναλύοντάς τα με μυαλό που κόβει σαν ξυράφι - κάνοντάς μας πραγματικά ν' αναρωτηθούμε τι θα κατόρθωνε, αν μπορούσε να δρα χωρίς τους περιορισμούς της φυλάκισης.








22 Ιουλίου 
Ο Χορός της Πραγματικότητας - Alejandro Jodorowsky
La Danza de la Realidad (2013)

Σκην: Alejandro Jodorowsky  
Εμφανίζονται: Βρόντις Χοδορόφσκι, Πάμελα Φλόρες, Τζερεμάιας Χέρσκοβιτς 

Ο Γιοντορόφσκι -όπως συνηθίσαμε να λέμε τον Αλεχάνδρο Χοδορόφσκι- είναι από τις μορφές εκείνες που πλάθουν έναν ιδιωτικό, ιδιόμορφο και ιδιώνυμο κινηματογράφο, τον οποίο εύκολα ή λατρεύεις ή μισείς. Αυτόνομος και εσωστρεφής όσο μπορεί να είναι μόνο ένας γνήσιος ποιητής, παρουσιάζει εδώ, στα 84 του, ένα ενθύμημα βίου, όχι ορθολογικό και ιστοριογραφικό, αλλά βουτηγμένο στον λαϊκό μεξικάνικο σουρεαλισμό που μας δείχνει από την εποχή του El Topo ή του αιματοβαμμένου Santa Sangre. Κι αν απορείς πώς ένας άνθρωπος με τέτοιο έργο έφτασε ως το Χόλλυγουντ, ακούγοντάς τον να μιλά καταλαβαίνεις πώς όλα είναι εφικτά για κάποιον που χαίρεται γνήσια το μαγικό ρεαλισμό σαν κομμάτι της καθημερινής ζωής.











29 Ιουλίου 
Νύχτα Στριφογυρίζουμε Και η Φωτιά Μάς Καίει
In Girum Imus Nocte Et Consumimur Igni... (1978) 
+ Sur le passage de quelques personnes à travers une assez courte unité de temps (1959)

Σκην: Guy Debord 

Λόγω ιδιοσυγκρασίας -αλλά όχι μόνο- ο Γκυ Ντεμπόρ έχει και σήμερα περισσότερους πολέμιους απ' ό,τι φίλους, όπως όταν ήταν ζωντανός. Όμως, ανεξάρτητα από την οπαδική αντίληψη, τίποτα δεν αναιρεί τη θέση του ανάμεσα στις πιο λαμπρές φυσιογνωμίες του 20ού αιώνα. Τα δυο αυτά οπτικά δοκίμια που υπογράφει παρέχουν έναν πρώιμο, ηρωικό και αφοριστικό απολογισμό. Δεν πείθουν, βέβαια, ως "αντικειμενική καταγραφή της πραγματικότητας", δεν το επιχειρούν καν. Με τη συγκινησιακή τους φόρτιση, δίνουν καλή εικόνα του τρόπου σκέψης μιας μάχιμης περιθωριακής ομάδας που άφησε το στίγμα της στη μεταπολεμική Ευρώπη.







5 Αυγούστου 
Μαύροι Πάνθηρες, Εμπροσθοφυλακή της Επανάστασης 
Black Panthers, Vanguard of The Revolution (2015)

Σκην: Stanley Nelson 
Εμφανίζονται: Χιούυ Νιούτον, Μπόμπυ Σηλ, Έλντριτζ Κλήβερ,Φρεντ Χάμπτον κ.ά. 

Είναι σίγουρα δύσκολο να αποτυπωθεί νηφάλια και διεισδυτικά ένα ολόκληρο μαζικό κίνημα που αποτελεί ακόμη ζωντανή Ιστορία, ενώ και τα ίδια τα στελέχη του βρίσκονται σε σχεδόν εμπόλεμο διχασμό. Ο Στάνλεϋ Νέλσον, όμως, κάνει φιλότιμη προσπάθεια και παραδίδει μια συναρπαστική καταγραφή της εξέλιξης του Κόμματος των Μαύρων Πανθήρων, από τη γένεσή του στο Όκλαντ ως και την παρακμή του. Με άφθονα πλάνα αρχείου και με συνεντεύξεις από επίκαιρα ή σημερινές, παρουσιάζει συνοπτικά την οργάνωσή του Κόμματος και πιο αναλυτικά τις δράσεις του. Ιδιαίτερο βάρος δίνεται βέβαια και στην καταστολή που γνώρισε από το FBI, χωρίς όμως να κρύβονται οι προσωπικές, "ανθρώπινες" αδυναμίες που συνέβαλλαν στην πτώση. Ο Νέλσον, μάλιστα, καταφέρνει κάτι σπάνιο, καθώς στην πορεία αναδεικνύει κι ένα μέρος από τον πολιτικό λόγο που αρθρώθηκε από τα στελέχη του Κόμματος, ακόμη και με αφορμή τη σύγκρουση των αντιμαχόμενων τάσεων στο εσωτερικό του. Μπορεί το θέμα να φαίνεται μακρινό πια, αλλά είναι από τις ταινίες που δεν θες να τελειώσουν.







12 Αυγούστου 
Ποιος είναι ο Φέλα Κούτι; 
Finding Fela (2014)

Σκην: Alex Gibney 
Εμφανίζονται: Φέλα Κούτι, Φέμι Κούτι, Μπιλλ Τ. Τζόουνς, Τόνυ Άλλεν κ.ά. 

Ένας μουσικός από τη Νιγηρία θα παρουσίαζε ίσως μικρό ενδιαφέρον για το ευρύτερο κοινό, έστω και αν δημιούργησε το σπουδαίο μείγμα τζαζ και αφρικάνικων ρυθμών που ονομάστηκε afrobeat. Όμως πέρα από καλλιτεχνική ιδιοφυΐα, ο Φέλα Κούτι ήταν μαχητική προσωπικότητα με οξύ κοινωνικό προσανατολισμό, ένας από τους ανθρώπους που δεν παύουν να εμπνέουν, παρά τις αμφιλεγόμενες πλευρές τους. Γόνος αστικής οικογένειας και σπουδαγμένος στο Λονδίνο, επέλεξε παρ' όλ' αυτά την ολομέτωπη και πολύχρονη σύγκρουση με το διεφθαρμένο καθεστώς στη χώρα του, φτάνοντας να ξυλοκοπηθεί και να φυλακιστεί κατ' επανάληψη. Αναζήτησε στην αφρικανική του παράδοση την ταυτότητα του φύλαρχου και του ανιμιστή, και επέμεινε να προκαλεί με όχημα την αξεπέραστη μουσική του. Μέσα από την απόπειρα κάποιων Αμερικανών να στήσουν ένα μιούζικαλ για τη ζωή του, αυτό το εξαιρετικά διερευνητικό ντοκυμαντέρ δείχνει ταυτόχρονα και την ειλικρινή αμηχανία των Δυτικών που αδυνατούν να υπερβούν τη δική τους κοσμοθεωρία, υπενθυμίζοντας πως όσο κοσμοπολίτες κι αν είμαστε, το πολιτισμικό σοκ παραμένει βαθύ.







19 Αυγούστου 
Μαγικό Ταξίδι - Οι Beat συναντούν τους Merry Pranksters 
Magic Trip: Ken Kesey's Search for a Kool Place (2011)

Σκην: Alex Gibney 
Εμφανίζονται: Κεν Κήζυ, Τίμοθυ Λήρυ, Νηλ Κάσαντυ, Τζακ Κέρουακ, κ.ά. 

Το 1964 ο συγγραφέας της "Φωλιάς του Κούκου" πήρε οδηγό στο Μαγικό Λεωφορείο τον Νηλ Κάσσαντυ (τον αληθινό ήρωα του "Στο Δρόμο"), και με μια παρέα προ-χίππηδες ξεκίνησαν από το Σαν Φρανσίσκο για τη Νέα Υόρκη και πίσω. Τα θρυλικά ταξίδια τους γράφτηκαν σε φιλμάκια 16mm που χάθηκαν για χρόνια. Ο Άλεξ Γκίμπνυ τα βρήκε σ' έναν αχυρώνα, τα έβαλε σε μια σειρά, κι αφού πρόσθεσε σύγχρονες συνεντεύξεις και πλάνα αρχείου, μας προσφέρει ένα διαφωτιστικό και διασκεδαστικό πορτραίτο της αντικουλτούρας των '60, πολύ πριν γίνει μόδα. Κέννεντυ, Βιετνάμ, αγώνες για τα πολιτικά δικαιώματα, νεανική παραβατικότητα και εξέγερση, ναρκωτικά και πάθος για ζωή, απογοήτευση, παραίτηση και κυνισμός, μέσα από τα μάτια κάποιων που έπλασαν το σύγχρονο κόσμο και, μαζί, την εικόνα μας γι' αυτόν.










26 Αυγούστου 
Φαντάσου να Ξυπνούσες Αύριο Και Όλη η Μουσική
Να Είχε Εξαφανιστεί
 
Imagine Waking Up Tomorrow And All Music Has Disappeared (2015)

Σκην: Stefan Schwietert 
Εμφανίζονται: Μπιλλ Ντράμμοντ, Τζων Χιρστ, KLF, The17 

Αν και συνιδρυτής των KLF, ενός από τα πιο δημοφιλή συγκροτήματα της ποπ των '90s, ο Μπιλλ Ντράμμοντ κόντραρε όσο λίγοι τους κανόνες της εμπορευματοποίησης. Όχι μόνο έκαψε ένα εκατομμύριο λίρες πάνω στη σκηνή, αλλά και διέλυσε το σχήμα στο αποκορύφωμά του, για να στραφεί σε καταστασιακές δράσεις που επιχειρούν να φέρουν τον κοινό, καθημερινό άνθρωπο σε άμεση επαφή με την πηγή της μουσικής μέσα του. Εδώ τον παρακολουθούμε να στήνει την αυτοσχέδια χορωδία The17 σε πιάτσες ταξί και σε εργοστάσια, ενώ παράλληλα  μιλά για τις περιπέτειές του στη βιομηχανία του θεάματος. Χωρίς καμιά διάθεση να τον προβάλλει ως ήρωα ή ως μάρτυρα, ο Στέφαν Σβίτερτ συνθέτει ένα αναζωογονητικό και καθόλου ακαδημαϊκό σχόλιο πάνω στη δημιουργική έκφραση,
τη μουσική και την κοινωνία του 21ου αιώνα.
 










2 Σεπτεμβρίου
Η Φιλμική Μπαλάντα της Μαμάς του Νταντά 
The Filmballad of Mamadada (2013)

Σκην: Lily Benson, Cassandra Guan 
Εμφανίζονται: Τζοάννα Πίκερινγκ κ.ά 

Πρέπει να είναι κανείς πολύ βαθιά μυημένος στην ιστορία της τέχνης, για να έχει έστω ακουστά το πομπώδες όνομα της βαρόνης Έλσας φον Φράυταγκ Λορινγκχόφεν. Κι όμως, η ζωή και το έργο της, όπως αναπτύσσονται εδώ, δείχνουν ότι θα δικαιούνταν μια θέση πιο επιφανή - αν δεν ήταν γυναίκα, και τόσο ιδιαίτερη. Μέσα στο ταραχώδες τοπίο του μεσοπολέμου, αψηφώντας τις κοινωνικές συμβάσεις, βρέθηκε από την Ευρώπη στη Νέα Υόρκη, όπου συμμετείχε ενεργά στην καλλιτεχνική πρωτοπορία, παίζοντας καθοριστικό ρόλο στη γένεση του Νταντά, όχι ως μούσα, αλλά ως δημιουργός. Παρ' όλο, όμως, που ο χαρακτήρας της, μαζί με τις συνθήκες της εποχής, εμπόδισαν την καθιέρωσή της -ενώ και το έργο της ιδιοποιήθηκαν στενοί φίλοι της, όπως ο Μαρσέλ Ντυσάν-, η σύγχρονη έρευνα φέρνει στο φως το σημαντικό κληροδότημα που άφησε στον πολιτισμό. Μια ταινία που δημιουργήθηκε συλλογικά από 49 καλλιτέχνες και με χρηματοδότηση από το kickstarter.